δριν

δριν
το
βοτ. αραβική ονομασία ενός υψηλού αγρωστώδους τής αλγερινής Σαχάρας που χρησιμοποιείται στην καλαθοπλεκτική.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”